расстроенный - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

расстроенный - translation to πορτογαλικά


расстроенный      
(о здоровье, финансах) abalado, precário ; (о муз. инструменте) desafinado ; (о человеке) desolado ; (огорченный) aflito
circuito dessintonizado      
- (электр.) расстроенная схема; расстроенный контур
circuito sem sintonia      
- (электр.) расстроенная схема; расстроенный контур

Ορισμός

расстроенный
1. прил.
1) Огорченный, опечаленный.
2) Выражающий расстройство, огорчение.
2. прил.
Из прич. по знач. глаг.: расстроить (1*1а1,2,4,5).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για расстроенный
1. Расстроенный музыкант в ответ швырнул микрофонную стойку.
2. Расстроенный случившимся литератор сразу отправился в милицию.
3. Миша, расстроенный, ушел и никому не показывался.
4. Год выпуска не помню, - выдавил расстроенный Угольников.
5. Василий Иванович в прошлый раз расстроенный вернулся.